ακαμασιά

ακαμασιά
και ακαματιά, η [ακαμάτης]
η τεμπελιά, οκνηρία, απραξία
«σημάδι ακαμασιάς το κομπολόι» (Λασκαρ. Λήξ. 253)
παροιμ. «ακαμασιά, σπιτιού ξεθεμελιώστρα», «ακαμασιά, Θεού κατάρα».

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ακαμάτεμα — το [ακαματεύω] 1. η ακαμασιά* 2. το στόλισμα τών κοπαδιών 3. η διακοπή μιας γεωργικής εργασίας για να ξεκουραστούν οι εργάτες 4. το μεσημέρι (επειδή τότε συνήθως γίνεται το διάλειμμα για ξεκούραση τών γεωργών) …   Dictionary of Greek

  • ακαμάτης — Ένα από τα πέντε μικρά νησιά που βρίσκονται μπροστά στο λιμάνι του Γαυρίου, της Άνδρου. Με το όνομα αυτό είναι γνωστό και ένα από τα τρία ακρωτήρια, στα οποία τελειώνει προς Α η ακτή του νότιου τμήματος της Άνδρου. Τα άλλα δύο λέγονται Άγιος… …   Dictionary of Greek

  • ακαματιά — η ακαμασιά* …   Dictionary of Greek

  • ακαματοσιά — η ακαμασιά*. [ΕΤΥΜΟΛ. < επίθ. ακάματος] …   Dictionary of Greek

  • ακαματοσύνη — η [ακάματος] η ακαμασιά* …   Dictionary of Greek

  • ακαμάτεμα — ακαμάτεμα, το και ακαματιά, η και ακαμασιά, η τεμπελιά: Ακαματιά, Θεού κατάρα (παροιμ. φρ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”